Tuesday, November 10, 2009

Κρίση και Ελπίδα : Η δικιά τους και η δικιά μας
του Νόαμ Τσόμσκι – Μέρος 2

Στο δεύτερο μέρος του άρθρου ο Νόαμ Τσόμσκι συνδέει την οικονομική κρίση με τη κρίση πείνας και εξηγεί τα αίτια τους. Συγκεκριμένα, αναφέρει τη σχέση των παραπάνω κρίσεων με το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο που εφαρμόστηκε διεθνώς μετά την κατάργηση του συστήματος Bretton Woods που έλαβε χώρα την δεκαετία του εβδομήντα. Αναφέρει επίσης τη επίδραση του νεοφιλελευθερισμού στην πραγματική οικονομία (μισθούς και δείκτες ποιότητας ζωής) καθώς και στην λειτουργία της δημοκρατίας.



Η επικέντρωση του ενδιαφέροντος σε συγκεκριμένους οικονομικούς στόχους απεικονίζει ακόμη μια κρίση, αυτή τη φορά πολιτισμική. Μία μορφή αυτής της κρίσης είναι η τάση του σοσιαλοοικονομικών ινστιτούτων να επικεντρώνονται σε βραχυπρόθεσμα κέρδη. Άλλη μία είναι η τάση να ανταμείβονται οι διευθυντές των ινστιτούτων αυτών με τεράστια μπόνους προερχόμενα κυρίως από τα βραχυπρόθεσμα αυτά κέρδη χωρίς να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στις επιπτώσεις που έχει αυτό στον υπόλοιπο πληθυσμό.

Πρακτικές όπως η παραπάνω μπορεί να οδηγήσουν σε αναποτελεσματικότητα του συστήματος της αγοράς. Μία τέτοια πρακτική, που σήμερα θεωρείτε η βασική αιτία της κρίσης είναι η υποτίμηση του συστηματικού ρίσκου. Εάν παραδείγματος χάρη εγώ κάνω μια συναλλαγή με κάποιον άλλο υπολογίζουμε το κόστος που μπορεί να έχει αυτή η συναλλαγή σε εμάς αλλά όχι το κόστος που θα έχει συνολικά στο οικονομικό σύστημα. Στην οικονομική βιομηχανία αυτό σημαίνει ότι υπολογίζουμε το πιθανό κόστος μιας συναλλαγής αλλά δεν υπολογίζουμε το συνολικό κόστος της σε ολόκληρο το οικονομικό σύστημα, το οποίο μπορεί να είναι τεράστιο.

Το ελάττωμα αυτό του οικονομικού συστήματος που κληρονομείτε από συναλλαγή σε συναλλαγή είναι από καιρό γνωστό. Δέκα χρόνια πριν, κατά την περίοδο που οι αγορά γνώριζε πρωτόγνωρη ευρωστία δύο σημαντικότατοι οικονομολόγοι, οι John Eatwell και Lance Taylor έκδοσαν το βιβλίο Global Finance at Risk στο οποίο απεικόνιζαν την εξαιρετική σημασία του παραπάνω προβλήματος και μάλιστα πρότειναν λύσεις για να αντιμετωπιστεί. Δυστυχώς γι' αυτούς και όλους εμάς, οι προτάσεις τους ερχόταν σε ρήξη με την πολιτική της κυβέρνησης Κλίντον, η οποία ήταν υπέρμαχος της μη παρεμβατικής πολιτικής στην οικονομία. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ίδιοι άνθρωποι που επί Κλίντον δημιούργησαν την κρίση είναι σήμερα οι ίδιοι άνθρωποι που καλούνται από την κυβέρνηση Ομπάμα να δώσει λύση.

Σε σημαντικό βαθμό η αιτία της κρίσης πείνας στο νότιο ημισφαίριο και της οικονομικής κρίση στο βόρειο είναι κοινή. Η κρίση οφείλετε στη μετατόπιση προς τον νεοφιλελευθερισμό που πραγματοποιήθηκε κατά τη δεκαετία του 70. Η μετατόπιση ξεκίνησε με την κατάργηση του συστήματος Bretton Woods, το οποίο είχε καθιερωθεί από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Οι αρχιτέκτονες του συστήματος, John Maynard Keynes και Harry Dexter White προέβλεπαν ότι οι αρχές του συστήματος Bretton Woods – συμπεριλαμβανομένων του ελέγχου των κεφαλαίων και του ρυθμιστικού συναλλάγματος – θα οδηγήσει σε ισορροπημένη οικονομική ανάπτυξη και θα βοηθήσει της κυβερνήσεις να ακολουθήσουν σοσιαλδημοκρατικά προγράμματα, τα οποία έχουν μεγάλη απήχηση στο κοινό. Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε πλήρως αφού τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι τη δεκαετία του 70 ονομάστηκαν ως “η χρυσή εποχή του καπιταλισμού”.

H “χρυσή εποχή” έδειξε όχι μόνο πρωτόγνωρη αλλά και σχετικά ισότιμη ανάπτυξη και κυρίως επέτρεψε τη χρήση πολιτικών κράτους δικαίου. Όπως οι Keynes και White είχαν υποδείξει η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίου θα αναιρούσε την δυνατότητα άσκησης τέτοιων πολιτικών. Συγκεκριμένα στην επίσημη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων δημιουργεί μία “εικονική γερουσία” από δανειστές και επενδυτές οι οποίοι διενεργούν ένα “στιγμιαίο δημοψήφισμα” των κυβερνητικών πολιτικών. Σε περίπτωση που αυτές οι πολιτικές τους φαίνονται μη λογικές – αυτό αφορά σε πολιτικές που σχεδιάζονται για το κοινό καλό και όχι για να επιφέρουν κέρδη στην αγορά – ψηφίζουν κατά αυτών χρησιμοποιώντας φυγή κεφαλαίων, επιθέσεις σε νομίσματα και άλλες οικονομικές τεχνικές. Οι δημοκρατικές λοιπόν κυβερνήσεις έχουν ουσιαστικά “δύο ψηφοφόρους”, το πληθυσμό και την εικονική αυτή γερουσία που συνήθως επικρατεί.

Στη καθιερωμένη στην επιστημονική κοινότητα ιστορία του οικονομικού συστήματος, ο Barry Eichengreen αναφέρει ότι σε προηγούμενες χρονικές περιόδου η αναποτελεσματικότητα αυτή της ελεύθερης αγοράς μπορούσε εύκολα να μεταβιβαστεί στο λαό. Αυτό έγινε πλέον αδύνατο με την κατάκτηση της καθολικής ψηφοφορίας, την εμφάνιση του συνδικαλισμού και αργότερα με την έντονη πολιτικοποίηση του λαού κατά την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης και του αντιφασιστικού πολέμου. Σύμφωνα με το σύστημα Bretton Woods “ο περιορισμός της κίνησης κεφαλαίων ενίσχυε την δημοκρατία μην αφήνοντας να ασκούνται πιέσεις σε αυτή μέσω του οικονομικού συστήματος.” Το συμπέρασμα είναι ότι η κατάργηση του συστήματος Bretton Woods κατά την περίοδο του νεοφιλελευθερισμού επανέφερε την δυνατότητα να περιορίζεται η δημοκρατία μέσω πιέσεων της αγοράς.

Το νεοφιλελεύθερο πισωγύρισμα της δημοκρατίας ενεργοποίησε τρόπους ελέγχου και περιθωριοποίησης του κοινού. Μία τέτοια μορφή ελέγχου είναι η φαντασμαγορική διαχείριση των εκλογών από τη βιομηχανία του μάρκετινγκ, ξεκινώντας από τον πρόεδρο Ομπάμα ο οποίος κέρδισε το βραβείο του “διαφημιζόμενου του 2008.” Τα στελέχη της βιομηχανίας αυτής διέδωσαν στον τύπο ότι ο Ομπάμα ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία αυτών που “πακετάρουν και προωθούν υποψηφίους σαν να ήταν φίρμες προϊόντων”. Τέτοια επιτυχία είχε να γνωρίσει ο χώρος από την εκλογή του προέδρου Ρόναλντ Ρέιγκαν. Οι Financial Times παραφράζοντας ένα στέλεχος του μάρκετινγκ ανέφεραν ότι ο θρίαμβος του Ομπάμα πρέπει “να έχει μεγαλύτερη επίδραση στα meeting rooms των διαφημιστικών εταιριών όση και ο θρίαμβος του Ρέιγκαν ο οποίος επαναπροσδιόρισε τον όρο CEO”. Ο Ρέιγκαν είχε προτρέψει τότε τα μεγαλοστελέχη των εταιριών λέγοντας ότι “πρέπει να δώσετε στην εταιρία σας ένα όραμα” οδηγώντας έτσι στον όρο η “βασιλεία του αυτοκρατορικού CEO” στις δεκαετίες του 80 και του 90. Η χρήση πρακτικών διοίκησης επιχειρήσεων στον έλεγχο της πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του μάρκετινγκ των υποψηφίων, δίνει τεράστιες ικανότητες σε μελλοντικές προσπάθειες ελέγχου της δημοκρατίας.

Για τους ανθρώπους της εργασίας, του αγρότες και γενικά της κατώτερες τάξεις, τόσο στις ΗΠΑ αλλά και στο εξωτερικό, τα παραπάνω έχουν καταστροφικά αποτελέσματα. Ένας από τους λόγους της μεγάλης διαφοράς ανάπτυξης μεταξύ της Λατινικής Αμερικής και της Ανατολικής Ασίας κατά το τελευταίο μισό του προηγούμενου αιώνα είναι το ότι η Λατινική Αμερική δεν έλεγχε τη ροή κεφαλαίων προς το εξωτερικό, η οποία σε πολλές περιπτώσεις έφτανε στα επίπεδα χρέους κατάρρευσης και χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο εναντίον της δημοκρατίας και των κοινωνικών αλλαγών. Σε αντίθεση κατά τη διάρκεια της αξιοσημείωτης ανάπτυξης την Νότιας Κορέας η ροή κεφαλαίων προς το εξωτερικό δεν είχε απλώς απαγορευτεί αλλά επέφερε και την θανατική ποινή.

Οι νεοφιλελεύθεροι κανονισμοί, όπου και αν ακολουθήθηκαν από τη δεκαετία του 70 και μετά οδήγησαν σε μείωση της απόδοσης του οικονομικού συστήματος και στο μούδιασμα σοσιαλδημοκρατικών προγραμμάτων. Στις ΗΠΑ – όπου αξίζει να σημειωθεί οι πολιτικές αυτές δεν ακολουθήθηκαν με αυστηρότητα – το αποτέλεσμα ήταν το συντριπτικό ποσοστό των μισθών να παραμείνει σταθερό τα τελευταία 30 χρόνια, παρόλο του ότι ο ρυθμός της παραγωγικότητα παρέμεινε ο ίδιος και μέσος χρόνος εργασίας αυξήθηκε και σήμερα ξεπερνά και τα στάνταρτ της Ευρώπης. Τα οικονομικά κίνητρα προς υπαλλήλους ελαχιστοποιήθηκαν και κοινωνικοί δείκτης όπως αυτός της υγείας των πολιτών μειώθηκαν. Ενδεικτικό είναι ότι ενώ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70 οι δείκτες υγείας ήταν ανοδικοί κατέληξαν στο τέλος της χιλιετίας να είναι στα επίπεδα του 1960. Η οικονομική ανάπτυξη βρήκε το δρόμο προς τις τσέπες κάποιων, κυρίως στελεχών της οικονομικής βιομηχανίας. Η βιομηχανία αυτή αποτελούσε ελάχιστο ποσοστό του GDP το 1970 και από τότε το ποσοστό αυτό έχει εκτοξευτεί στο 1/3 του GDP. Την ίδια στιγμή η παραγωγική βιομηχανία μειώθηκε και παρασύροντας μαζί της και την ποιότητα ζωής του εργατικού δυναμικού. Η οικονομία σημαδεύτηκε από φούσκες, οικονομικές κρίσεις και δημόσιες δαπάνες οι οποίες τελευταία έφτασαν σε τραγικά υψηλά επίπεδα. Μερικοί εξαιρετικοί διεθνής οικονομολόγοι εξήγησαν και προέβλεψαν τα αποτελέσματα αυτά από την αρχή. Αλλά η μυθολογία περί “αποδοτικών αγορών” και “ορθολογικών επιλογών” υπερίσχυσαν. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη αφού ήταν εξαιρετικά κερδοφόρο για τους προνομιούχους και τα κέντρα εξουσίας οι οποίοι ήταν και οι “κύριοι αρχιτέκτονες της πολιτικής αυτής.”

Noam Chomsky
chomsky.info, September/October 2009
Μεταφραση: Πράπας Δημήτρης 10/11/2009
Διαβάστε το στα αγγλικά

2 comments:

  1. Το post δέν μπορεί να εκτυπωθεί, οπότε μας αναγκάζεις να το διαβάσουμε από την οθόνη (πράγμα που εγώ δέν κάνω, όταν θέλω να διαβάσω κάτι ενδιαφέρον). Θα ήταν ενδιαφέρον πιστεύω ...

    Γιάννης

    ReplyDelete
  2. Γεια σου Γιάννη,

    Ευχαριστώ για την παρατήρηση. Θα προσπαθήσω να προσθέσω κάποιο κουμπάκι για εκτύπωση των posts.

    ReplyDelete