Monday, May 31, 2010

Σεβασμός στο Ολοκαύτωμα
του Χάουαρντ Ζιν

Με αφορμή την δολοφονική επίθεση του Ισραηλινού ναυτικού στο “στόλο της ελευθερίας” που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια στην Λωρίδα της Γάζας ένα άρθρο του Χάουαρντ Ζιν σχετικά με τη σημασία του Ολοκαυτώματος και με τον τρόπο που χρησιμοποιείτε από ιδιώτες και κυβερνήσεις. Φωνές σαν και αυτές του Ζιν είναι σήμερα παραπάνω από απαραίτητες. Παρά την εβραϊκή του καταγωγή αντιμετωπίζει το ζήτημα με εξαιρετική νηφαλιότητα και αναδεικνύει την τεράστια σημασία του Ολοκαυτώματος στην αντίσταση κατά πρακτικών σαν αυτές που είχαν ως αποτέλεσμα την απώλεια της ζωής των ακτιβιστών του “Στόλου της Ελευθερίας”.


Δεκαπέντε χρόνια πριν, όταν δίδασκα στο πανεπιστήμιο της Βοστώνης, μία εβραϊκή οργάνωση μου ζήτησε να δώσω μία ομιλία για το Ολοκαύτωμα. Η πρόσκληση έγινε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 80, τότε που η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποστήριζε τις τυραννικές κυβερνήσεις στην Κεντρική Αμερική. Αποδέχτηκα την πρόσκληση αλλά αντί να μιλήσω για την γενοκτονία των 6 εκατομμυρίων Εβραίων κατά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο μίλησα για τους χιλιάδες νεκρούς αγρότες στην Γουατεμάλα και το Ελ Σαλβαδόρ.

Η κίνηση μου αυτή είχε ο σκοπό να γίνει κατανοητό από μερικούς ότι το Ολοκαύτωμα δεν θα πρέπει να απομονώνεται από άλλες παρόμοιες βαρβαρότητες που λαμβάνουν χώρα κατά την ιστορία. Η ανάμνηση του Ολοκαυτώματος δεν έχει κανένα απολύτως σκοπό αν δεν χρησιμοποιηθεί για να αποφευχθούν παρόμοιες πρακτικές στο παρόν και στο μέλλον.

Μερικές μέρες αργότερα έλαβα ένα γράμμα από κάποιο μέλος του ακροατηρίου της ομιλίας μου, που υποστήριζε ότι η ενέργεια μου ήταν απαράδεκτη. Δήλωνε με οργή ότι το Ολοκαύτωμα είναι ένα μεμονωμένο γεγονός της Ιστορίας και πως δεν θα έπρεπε να συσχετίζεται με άλλα γεγονότα.

Το παραπάνω γεγονός επανήλθε στη μνήμη μου διαβάζοντας το βιβλίο του Peter Novick, “Το Ολοκαύτωμα στην Αμερικάνικη Καθημερινότητα” (Houghton Mifflin, 1999). Το βασικό ερώτημα που απασχολεί τον Novick είναι γιατί το Ολοκαύτωμα παίζει τόσο σημαντικό ρόλο στην Αμερικάνικη πραγματικότητα 50 χρόνια μετά, ενώ δεν συνέβαινε το ίδιο τις πρώτες δεκαετίες μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο.

Φυσικά η αξία της μνήμης του Ολοκαυτώματος είναι αδιαμφισβήτητη και η Ναζιστική τρομοκρατία κατά των Εβραίων δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί. Παρολ' αυτά η μνήμη αυτή στα θύματα του Ολοκαυτώματος έχει χρησιμοποιηθεί επανειλημμένα τις τελευταίες δεκαετίες προς εξυπηρέτηση ιδιωτικών και πολιτικών συμφερόντων. Κάποιοι φανατικοί θρησκόληπτοι χρησιμοποιούν το Ολοκαύτωμα με σκοπό να εμποδίσουν τους μικτούς γάμους μεταξύ Εβραίων και “αλλόθρησκων”. Οι σιωνιστές του Ισραήλ χρησιμοποιούν το Ολοκαύτωμα μετά τον πόλεμο του 1967 για να δικαιολογήσουν τις βαρβαρότητες και την επεκτατική πολιτική του Ισραήλ στην Παλαιστίνη. Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι πολιτικοί έχουν επανειλημμένα χρησιμοποιήσει το Ολοκαύτωμα για να μαζέψουν ψήφους από τις εβραϊκές κοινότητες ανά τον κόσμο.

Οποιοσδήποτε έχει πάρει στα σοβαρά τη φράση “Ποτέ Ξανά” θα πρέπει να αναρωτηθεί – καθώς παρακολουθεί τις φρικαλεότητες της εποχής μας – πια είναι η ουσιαστική της σημασία. Ως ιστορικός μπορώ είμαι σίγουρος πως η μελέτη της ιστορίας (και η αντιμετώπιση γεγονότων σαν το Ολοκαύτωμα ως μεμονωμένα) δεν έχει καμία απολύτως σημασία σε περίπτωση που δε συνδεθούν με το παρόν και το μέλλον. Η ιστορική αξία του Ολοκαυτώματος έγκειται στο γεγονός ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία για τον τερματισμό παρόμοιων πρακτικών στο μέλλον. Οποιοσδήποτε θέλει να τιμήσει την μνήμη των 6 εκατομμυρίων Εβραίων που είχαν τραγικό τέλος θα πρέπει να εναντιωθεί σθεναρά σε οποιαδήποτε παρόμοια πρακτική. Όταν οι Εβραίοι απομονώνουν την ιστορία τους και γυρίζουν την πλάτη σε σημερινά παρόμοια γεγονότα πράττουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με τον οποίο έπραξε και η διεθνής κοινότητα στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος.

Παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων υπάρχουν πολλά στην σύγχρονη ιστορία. Σε πολλές περιπτώσεις διάφορες εβραϊκές οργανώσεις αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν την γενοκτονία των Αρμενίων, πολλές φορές με γελοία επιχειρήματα. Για παράδειγμα στην περίπτωση του Μουσείου του Ολοκαυτώματος στην Ουάσιγκτον, οι υπεύθυνοι του μουσείου αναγκάστηκαν μετά από πιέσεις (και της ισραηλινής κυβέρνησης) να μην συμπεριλάβουν την γενοκτονία των Αρμενίων στα περιεχόμενα του μουσείου. Μία άλλη παρόμοια περίπτωση είναι αυτή του Elie Wiesel, προέδρου της επιτροπής Ολοκαυτώματος της κυβέρνησης Κάρτερ, ο οποίος αρνήθηκε να συμπεριλάβει στην περιγραφή του Ολοκαυτώματος τα εκατομμύρια μη-Εβραίων θυμάτων της Ναζιστικής βαρβαρότητας. Η δικαιολογία ήταν ότι δεν είναι δυνατόν να επιτρέψουμε άλλες εθνότητες να κλέψουν την ιστορία μας.

Το περιχαράκωμα του Ολοκαυτώματος και η αντιμετώπιση του ως αποκλειστικά εβραϊκό ζήτημα αποτελεί άρνηση της ιδέας ότι όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως εθνικότητας, χρώματος και θρησκείας έχουν δικαίωμα στη ζωή, την ελευθερία και την αναζήτηση της ευτυχίας. Η σχέση του Ολοκαυτώματος με την εβραϊκή ιστορία είναι φυσικά μοναδική. Το Ολοκαύτωμα όμως παρουσιάζει τεράστιες ομοιότητες και με άλλα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας. Οι σφαγές στην Ρουάντα, η λιμοκτονία στην Σομαλία, τα εκτελεστικά αποσπάσματα στην Λατινική Αμερική και το αποδεκάτισμα του πληθυσμού του Ανατολικού Τιμόρ είναι μερικά παραδείγματα βαρβαρότητας, στην οποία η διεθνής κοινότητα έχει επίδειξη ακριβώς την ίδια αδιαφορία με αυτή στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος. Επιπλέον, δέκα εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν κάθε χρόνο από έλλειψη τροφής. Ο παγκόσμιος οργανισμός υγείας εκτιμά ότι τρία εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν πέρυσι από φυματίωση, η οποία είναι θεραπεύσιμη εδώ και χρόνια. Οι θάνατοι αυτοί θα μπορούσαν να αποφευχθούν με μικρές περικοπές των στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως.

Επιδίωξη μου είναι, όχι να μειώσω τη σημασία του Ολοκαυτώματος αλλά αντίθετα να την διευρύνω. Για τους Εβραίους αυτό θα σήμαινε να επαναφέρουν την παράδοση του εβραϊκού διεθνούς ανθρωπισμού και να αντισταθούν στον εθνικισμό της Ισραηλινής κυβέρνησης. Η φωνή της λογικής υπάρχει μα πρέπει να γίνει δυνατότερη στο εσωτερικό του Ισραήλ. Για τους υπόλοιπους λαούς που έχουν υπάρξει θύματα παρόμοιων φρικαλεοτήτων σημαίνει να προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν τις δικές τους ιστορίες, όχι με σκοπό να εναντιωθούν σε άλλα έθνη, αλλά με σκοπό την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών και την αντίσταση σε πρακτικές όπως αυτή του Ολοκαυτώματος.

Η μνήμη του Ολοκαυτώματος μπορεί και πρέπει να εξυπηρετεί έναν ανώτερο σκοπό. Την αφύπνιση όλων και την αντίσταση σε κάθε είδους βαρβαρότητα, είτε αυτή προέρχεται από τις πολιτικές κυβερνήσεων, είτε είναι αποτέλεσμα της αδιαφορίας μας.


Howard Zinn
Απόδοση: Πράπας Δημήτρης Μάιος 31, 2010
Διαβάστε το στα αγγλικά

Wednesday, May 19, 2010

Άνθρωποι κατά Τραπεζών
του Michael Hudson

Οι οικονομικοί κύκλοι της Αμερικής χρησιμοποιούν το παράδειγμα της Ελληνικής κρίσης και της ομοιότητες της Ελληνικής οικονομίας με αυτή των ΗΠΑ επιδιώκοντας της μείωση των δημοσίων δαπανών στις ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά οι Έλληνες διαδηλωτές αντιστέκονται στην μείωση των δημοσίων δαπανών και στην βαριά φορολόγηση των εργαζομένων υποστηρίζοντας ότι οι θυσίες τους γίνονται προς όφελος των ελληνικών και ξένων τραπεζών.



Οι Έλληνες διαδηλωτές έχουν απόλυτο δίκαιο. Στην πραγματικότητα η χρηματοδότηση της Ελλάδας από την ΕΕ δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σχέδιο το οποίο θα εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να ξεπληρώσει τα δάνεια (ομόλογα) που πήρε τους τελευταίους μήνες με απαράδεκτα υψηλά επιτόκια (μετά τις συνεχές υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα αξιολόγησης).

Το κόστος του απαράδεκτου αυτού δανεισμού καλούνται να πληρώσουν οι Έλληνες φορολογούμενοι (και οι Ευρωπαίοι) με αύξηση της φορολογίας, μείωση των μισθών, ξεπούλημα του δημοσίου τομέα κλπ. Οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων (τράπεζες, χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις) θα εξασφαλίσουν τα κέρδη τους και τα μπόνους των υψηλόβαθμων στελεχών τους. Συνάμα η χρεοκοπία της Ελλάδας δεν είναι σίγουρο ότι θα αποφευχθεί αλλά μέχρι αυτό να γίνει οι “επενδυτές” θα έχουν μετατρέψει τους τόκους των δανείων σε σταθερά κεφάλαια (γη, ιδιοκτησία και ελληνικές επιχειρήσεις του δημοσίου).

Οι τραπεζικοί κύκλοι γνωρίζουν ότι το παιχνίδι της κερδοφορίας φτάνει στο τέλος του. Πολύ σύντομα δεν θα υπάρχουν χρήματα για την αποπληρωμή των δανείων, αφού το ελληνικό κράτος πιθανότατα θα αναγκαστεί τελικά να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος του. Γι' αυτό το λόγο, προωθούν τα μέτρα λιτότητας, τα οποία θα τους προσφέρουν άμεσο κέρδος. Λιγότερα χρήματα σε δημόσιες δαπάνες και υψηλότεροι φόροι σημαίνει περισσότερα χρήματα για να ξεπληρώσει η Ελλάδα τα χρέη της.

Οι Έλληνες εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι κάποιος πρέπει να ελέγχει της κυβερνήσεις. Ξέρουν ότι αν η κυβέρνηση δεν ελέγχεται από το λαό (το δήμο) θα ελεγχθεί από οικονομικά συμφέροντα. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό γίνεται για να εξασφαλιστούν τα κεφάλαια των ευρωπαϊκών τραπεζών (κυρίως γερμανικών και γαλλικών) που κατέχουν ελληνικά ομόλογα. Τα κέρδη αυτά εξασφαλίζονται από τα μέτρα λιτότητας που προτείνονται από το ΔΝΤ και περιλαμβάνουν περικοπές μισθών και δημοσίων δαπανών, αύξηση φόρων και ορίων συνταξιοδότησης και τελικά καταδικάζουν την εγχώρια οικονομία σε μακροχρόνια ύφεση.

Το σκηνικό αυτό δεν είναι άγνωστο στην Ευρώπη. Πριν η Ελλάδα γίνει βορά του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και του ΔΝΤ, οι χώρες της Βαλτικής (Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία), η Ισλανδία, η Αργεντινή και διάφορες χώρες της Νότιο – Ανατολικής Ασίας αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν παρόμοια μέτρα. Το αποτέλεσμα ήταν η βύθιση των οικονομιών αυτών σε ύφεση και η διεύρυνση της φτώχειας. Σε πολλές περιπτώσεις όμως υπήρχε αντίδραση. Στην Λετονία η κυβέρνηση έπεσε μετά από την ισχυρή αντίδραση της κοινωνίας. Στην Ισλανδία έγινε δημοψήφισμα, το οποίο οδήγησε σε αναδιαπραγμάτευση του χρέους, ενώ η Αργεντινή αρνήθηκε την αποπληρωμή του χρέους της και οι διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωσή του συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Η ελληνική κρίση και ο τρόπος που αυτή αντιμετωπίζεται από τους Ευρωπαίους εταίρους φανερώνει την αλλοίωση του ευρωπαϊκού οράματος. Στόχος της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, τουλάχιστον πριν τις συνθήκες του Μάαστριχ και της Λισαβόνας ήταν η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των κοινωνιών της Ευρώπης και όχι η επιβολή μέτρων λιτότητας παρόμοια αυτών που επιβάλλονται στις χώρες του τρίτου κόσμου. Αυτό που όμως παρατηρείτε είναι η μετατόπιση της εξουσίας (πολιτικής, οικονομικής, δημοσιονομικής και κοινωνικής) από της εθνικές κυβερνήσεις και το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και στα οικονομικά συμφέροντα που κατευθύνουν και ελέγχουν οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ.

Αυτό που βασικά παρατηρείτε στο οικονομικό προσκήνιο είναι ένας κοινωνικός πόλεμος. Κοινωνικός πόλεμος όχι της μορφής της πάλης των τάξεων που παρουσιαζόταν κατά τον 19ο αιώνα, αλλά ένας πόλεμος του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου εναντίον ολόκληρων κοινωνιών. Εναντίον της βιομηχανίας, της ακίνητης περιουσίας, των κυβερνήσεων και τελικά εναντίον και των εργαζομένων. Η Ελλάδα έχει γίνει τους τελευταίους μήνες το πεδίο μάχης μεταξύ των οικονομικών αυτών συμφερόντων.

Αντίθετα με την περίπτωση της Λετονίας και της Ισλανδίας η Ελλάδα δεν έχει την επιλογή να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της στο δικό της νόμισμα. Είναι παγιδευμένη στην χρήση του ευρώ και οι αποφάσεις παίρνονται σε μεγάλο βαθμό από τους οργανισμούς της ΕΕ όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Τόσο η Ισλανδία και η Λετονία όσο και η Ελλάδα αποτελούν θύματα της νεοφιλελεύθερης επίθεσης εναντίον των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τον 19ο και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Κατά την περίοδο αυτή εφαρμόστηκαν στις δυτικές κοινωνίες πολιτικές κοινωνικής δικαιοσύνης όπως για παράδειγμα η φορολογία εσόδων από την κατοχή γης, μετοχών και ομολόγων. Επίσης, η οργάνωση του χρηματοπιστωτικού τομέα έγινε με βάση την οικονομική πρόοδο της κοινωνίας στο σύνολό της, Η περίοδος αυτή ακολουθήθηκε από την περίοδο μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο όπου προοδευτικές πολιτικές φορολόγησης είχαν ως αποτέλεσμα την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και την οικονομική ανάπτυξη πολλών χωρών της δυτικής Ευρώπης. Παρόλα αυτά οι περισσότερες χώρες αντέστρεψαν την πολιτική τους κατά τη δεκαετία του 80 (Θάτσερ, Ρέιγκαν). Η φορολόγηση έγινε ελαστικότερη με αποτέλεσμα τεράστια κεφάλαια να μετατοπιστούν προς τις τράπεζες, οι οποίες απέκτησαν μεγαλύτερη ικανότητα δανεισμού που με τη σειρά του είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές των ακινήτων.

Η αξία των κατοικιών και εταιρικών κτηρίων, αλλά και η αξία των ίδιων των εταιρειών κατέληξαν να καθορίζονται από το τραπεζικό κεφάλαιο και από την ικανότητα του να δανείζει. Επιπλέον οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές προωθούσαν φοροαπαλλαγές στις περιπτώσεις όπου κάποιος δανειζόταν. Έτσι ο πληθυσμός άρχισε να δανείζεται όλο και περισσότερο για να αποφύγει την φορολόγηση. Τα στεγαστικά δάνεια έδιναν και έπαιρναν, όπως επίσης και τα δάνεια για την ανάπτυξη επιχειρήσεων. Το χρέος αυτό που δημιουργήθηκε εξαιτίας της κερδοσκοπίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου (όσα περισσότερα δάνεια τόσο περισσότερο το κέρδος για τις τράπεζες) καλούνται τώρα να το πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Βασικά η αιτία που οδήγησε τα κράτη σε υπερχρέωση είναι ότι για σχεδόν τρεις δεκαετίες εφαρμόστηκαν πολιτικές φοροαπαλλαγών τόσο σε ιδιωτικά όσο και σε εταιρικά δάνεια. Τα τελευταία άλλωστε επέτρεπαν και τα εξαιρετικά μπόνους των υψηλόβαθμων στελεχών.

Ακολουθώντας τις δυτικές κυβερνήσεις στην παραπάνω πολιτική (μεταφορά του δημοσιονομικού βάρους από το κεφάλαιο στην εργασία), η Ελληνική κυβέρνηση είναι σήμερα πολιτικά ανίκανη να επιχειρήσει μια δίκαιη φορολόγηση. Από την πλευρά τους οι νεοφιλελεύθεροι κατηγορούν τις κυβερνήσεις για το ότι δεν πούλησαν αρκετό από το δημόσιο πλούτο για να αναπληρώσουν το κενό που δημιούργησε η έλλειψη φορολόγησης. Η αλήθεια είναι ότι εξαιτίας των φοροαπαλλαγών οι ιδιωτικοποιήσεις δεν αποφέρουν αρκετό κέρδος στο κράτος. Επιπλέον το κράτος χάνει μία σημαντική πηγή εσόδων ενώ οι πολίτες του κράτους συνεχίζουν να πληρώνουν για τις υπηρεσίες τους ιδιώτες.

Η Ελληνική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την έλλειψη εσόδων από τη φορολόγηση εξέδωσε ομόλογα. Οι αγοραστές των ομολόγων αυτών (κυρίως η Γερμανικές τράπεζες) απαιτούν τώρα την αποπληρωμή τους. Το βάρος θα πέσει φυσικά στους Έλληνες εργαζομένους. Ο συνήθης τρόπος για να γίνει αυτό είναι η μείωση μισθών, η αύξηση της φορολογίας σε αγαθά πρώτης ανάγκης (ΦΠΑ), η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και φυσικά οι ιδιωτικοποιήσεις.

Οι διαδηλώσεις στην Ελλάδα ξεκίνησαν διότι οι εργαζόμενοι καταλαβαίνουν αυτό που τα ΜΜΕ πολύ επιμελώς αποκρύπτουν. Καταλαβαίνουν ότι οι αυξήσεις των μισθών έχουν σταματήσει (πράγμα που στις ΗΠΑ συμβαίνει από το 1979) και πως η αγοραστική τους δύναμη έχει μειωθεί δραστικά. Καταλαβαίνουν ότι η απόκτηση πρώτης κατοικίας απαιτεί την πολύχρονη (πολύ συχνά μια ολόκληρη ζωή) χρέωση στις τράπεζες. Καταλαβαίνουν ότι οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες κέρδισαν πολιτική ελευθερία με τίμημα την οικονομική τους εξάρτηση από το δυτικό – ευρωπαϊκό κεφάλαιο, το οποίο εξαγοράζει το δημόσιο πλούτο και υπερχρεώνει τον πληθυσμό με όλο και περισσότερα δάνεια.

Οι κάτοχοι των ομολόγων και οι κερδοσκόποι των χρηματοπιστωτικών ινστιτούτων απαιτούν τώρα την βοήθεια της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΔΝΤ με σκοπό να εξασφαλίσουν τα κέρδη τους πριν η χρηματοπιστωτική φούσκα σκάσει για ακόμα μία φορά. Η αποπληρωμή των χρεών μπορεί να γίνει πιο γρήγορα όταν ολόκληρες οικονομίες βυθίζονται στην ύφεση με τη χρήση μέτρων λιτότητας τύπου ΔΝΤ. Η ανεργία θα αυξηθεί και τα κράτη θα βυθιστούν ακόμα πιο πολύ στο χρέος, αφού η ύφεση θα περιορίσει τα έσοδα τόσο από τη φορολογία όσο και από την έλλειψη ικανότητας εξαγωγών.

Στο πολιτικό επίπεδο η μάχη των διαδηλωτών γίνεται για να παραμείνει η Ελλάδα αυτόνομο κράτος. Ο κλασικός ορισμός του κράτους ή της κυβέρνησης περιλαμβάνει την ικανότητα του κράτους να εισπράττει φόρους και να εκδίδει χρήμα. Στην περίπτωση όμως της Ελλάδας η δημοσιονομική πολιτική έχει περάσει στα χέρια της ΕΕ και του ΔΝΤ, οι οποίοι αναγκάζουν την Ελλάδα να παραβιάσει την Πρωταρχική Οδηγία (Prime Directive) κάθε κυβέρνησης : να δρα με σκοπό το μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον. Αντίθετα η Ελληνική κυβέρνηση δρα με γνώμονα το κέρδος του τραπεζικού κεφαλαίου.

Το βασικό ζήτημα είναι κατά πόσο τα έθνη θα διοικούνται από τους πιστωτές τους ή από δημοκρατικές διαδικασίες και με σκοπό την οικονομική ανάπτυξη τους. Η ολιγαρχία πιέζει την ΕΕ και το ΔΝΤ να δανειοδοτήσει την Ελλάδα με σκοπό να χρηματοδοτηθούν οι ξένες τράπεζες και οι κάτοχοι ομολόγων και με σκοπό να μην αναγκαστεί η Ελλάδα να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της. Τα λεφτά θα δοθούν άμεσα στους κατόχους ομολόγων και το χρέος θα πληρωθεί μακροπρόθεσμα με την φορολόγηση της εργασίας και τη μείωση των μισθών. Και όλα αυτά διότι η Ελληνική κυβέρνηση δεν φορολόγησε αρκετά τους πλούσιους. Η κυβερνητική πολιτική λοιπόν μετατοπίζεται από την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση στην ΕΕ και το ΔΝΤ, οι οποίοι δρουν κατ' εντολή του διεθνές χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Οι γραφειοκράτες της ΕΕ και του ΔΝΤ δεν εκλέγονται από κανένα. Και σε περίπτωση όπου το σχέδιο τους στεφθεί με επιτυχία το κοινωνικό κεφάλαιο της Ελλάδας θα απογυμνωθεί και η κοινωνική δημοκρατία θα καταρρεύσει.

Την Κυριακή 9 Μαΐου οι Γερμανοί ψηφοφόροι τιμώρησαν του χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ, οι οποίοι αποφάσισαν να χρηματοδοτήσουν τους Γερμανούς τραπεζίτες (μέσω της χρηματοδότησης της Ελλάδας). Το κόμμα των χριστιανοδημοκρατών κέρδισε μόλις το ένα τρίτο στις εκλογές της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Πολλοί από τους Γερμανούς ψηφοφόρους αναρωτιούνται κατά πόσο χριστιανικό είναι να προωθείς την τοκογλυφία των τραπεζών και κατά πόσο δίκαιο είναι να αφαιρείς 30 δισεκατομμύρια δολάρια από τους Γερμανούς φορολογούμενους για τη χρηματοδότηση των Γερμανικών τραπεζών, οι οποίες κάθε άλλο παρά δημοφιλής είναι στην Γερμανική κοινωνία.

Το οικονομικό ευρωπαϊκό λόμπι χρησιμοποίησε την κρίση ως ευκαιρία για να προωθήσει μία σειρά από χρηματοδοτήσεις που έμμεσα καταλήγουν στο τραπεζικό κεφάλαιο. Για τις Σουηδικές και Αυστριακές τράπεζες η ΕΕ επέτρεψε επέκταση της βοήθειας προς την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Λετονία κατά 60 δισεκατομμύρια ευρώ. Η βοήθεια αυτή χρησιμοποιήθηκε για να ενισχύσει το ισοζύγιο πληρωμών των κρατών προς τις τράπεζες. Το ίδιο συμβαίνει τώρα με την Ελλάδα και της Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες. Για να υπερβούν τις Ευρωπαϊκές συνθήκες οι κυβερνήσεις της ΕΕ χρησιμοποίησαν το άρθρο 122.2 της ευρωπαϊκής συνθήκης, το οποίο επιτρέπει απευθείας δάνεια σε κράτη κάτω από "εξαιρετικές περιπτώσεις".

Αν υποθέσουμε ότι η κυρία Μέρκελ αντιλαμβάνεται τη λειτουργία της οικονομίας, τότε θα πρέπει να την κατηγορήσουμε για ψευδή δηλώσεις. Το πρόβλημα των χωρών της Βαλτικής είναι δομικό και χρόνιο και όχι “εξαιρετική περίπτωση”. Η κύρια Μέρκελ θα πρέπει να γνωρίζει ότι δρα παραπλανητικά όταν υποστηρίζει ότι βοηθά την Λετονία με την επέκταση των δανείων, τα οποία χρησιμοποιούνται για αποπληρωμή χρεών και όχι για εσωτερική οικονομική ανάπτυξη. Με αυτό τον τρόπο, η Λετονία οδηγείτε στην χρόνια ύφεση με σκοπό να δοθεί χρόνος στις Σουηδικές τράπεζες να αρπάξουν όσα περισσότερα μπορούν από τις πληρωμές των δανείων.

Είναι όμως ικανή η μετακίνηση των Γερμανών ψηφοφόρων προς τα αριστερά για να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων? Αν πάρουμε υπόψη μας ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδος, Γιώργος Παπανδρέου έχει πέσει στην παγίδα παρόλο που είναι και ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής διεθνούς, η απάντηση μάλλον είναι αρνητική. Η ερώτηση λοιπόν είναι κατά πόσο η Ελλάδα είναι καταδικασμένη σε μείωση των δημοσίων δαπανών, σε αύξηση της ανεργίας και τελικά σε διεύρυνση της φτώχειας, κατάσταση που είναι πλέον πραγματικότητα στης χώρες της Βαλτικής. Οι χώρες αυτές αποτέλεσαν θύμα ενός νεοφιλελεύθερου πειράματος και σε περίπτωση που η Ελλάδα αποδειχθεί το επόμενο θύμα τότε σύντομα θα γίνουμε μάρτυρες ενός κύματος μετανάστευσης Ελλήνων, όπως ακριβώς έγινε και στην περίπτωση των χωρών της Βαλτικής.

Η αντίδραση των χρηματιστηρίων μετά την ανακοίνωση της χρηματοδότησης ύψους 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ήταν φυσικά θετική. Αυτό που στην πραγματικότητα χρηματοδοτήθηκε είναι ικανότητα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου να κυβερνά. Η μάχη όμως δεν έχει ακόμη τελειώσει. Θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια γιατί απλούστατα είναι μία προσπάθεια αλλοίωσης των κεκτημένων του 19ου και 20ου αιώνα, κατά τους οποίους ο κοινωνικός έλεγχος των οικονομικών συμφερόντων και της μεγάλης ιδιοκτησίας περιορίστηκε εφαρμόζοντας πολιτικές προοδευτικής φορολόγησης και δημοσίων δαπανών.

Είναι άραγε αυτή η πορεία που πρέπει να ακολουθήσει ο δυτικός πολιτισμός, όπου οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις ελέγχονται από ολιγαρχίες, τη δύναμη των οποίων οι μεταρρυθμιστές του 19ου προσπάθησαν (και πέτυχαν) να μειώσουν προς όφελος της δημοκρατίας? Η κλασική πολιτική οικονομία ήταν ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα με βάση του οποίου η δύναμη των πιστωτών (γαιοκτημόνων, τραπεζιτών κλπ) περιοριζόταν με τη χρήση αναδιανεμητικής φορολόγησης. Ο John Maynard Keynes χαρακτηριστικά ονόμασε τις μεταρρυθμίσεις αυτές ως “η ευθανασία των πιστωτών”. Δυστυχώς οι πιστωτές επανήλθαν με νέες δυνάμεις. Κατασυκοφάντησαν την σοσιαλδημοκρατία και τον δημόσιο έλεγχο αποκαλώντας τα ως ο “δρόμος προς τη δουλοπαροικία”. Αντ' αυτού επιχειρούν να οδηγήσουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες στο δρόμο της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης μέσω του χρέους. Χρησιμοποιούν οργανισμούς όπως το ΔΝΤ και η ΕΚΤ για να αποκτήσουν το έλεγχο στις δημοσιονομικές πολιτικές των κυβερνήσεων, με σκοπό την μετατόπιση των ευθυνών από τις οικονομικές ολιγαρχίες στους εργαζομένους. Ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί η μεταφορά ευθύνης στους εργαζομένους είναι να επανακτηθεί ο κοινωνικός έλεγχος των κυβερνήσεων. Αυτό επιχειρούν οι Έλληνες διαδηλωτές. Το βέβαιο είναι ότι κάποιος πρέπει να ελέγχει τις κυβερνήσεις. Εάν οι δημοκρατικές δυνάμεις αποχωρήσουν από τη μάχη για το έλεγχο αυτό, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο θα αναλάβει τα ηνία της εξουσίας.

Michael Hudson
www.counterpunch.org, May 11, 2010
Απόδοση: Πράπας Δημήτρης Μάιος 19, 2010
Διαβάστε το στα αγγλικά

Sunday, May 9, 2010

Η πτώση της Ελλάδας
της Diana Johnstone

Η ελπίδα σταθερότητας και ευημερίας που διακατείχε τους λαούς της Ευρώπης τα πρώτα χρόνια της οικονομικής ενοποίησης έχει πια ξεφτίσει. Η κρίση χρέους της Ελλάδας και άλλων κρατών του ευρωπαϊκού νότου έχει εξανεμίσει εντελώς τις ψευδαισθήσεις.



Εκτός από την οικονομική κρίση, η κατάσταση στην Ελλάδα έφερε στην επιφάνεια και το κοινωνικό χαρακτήρα της κρίσης στην ΕΕ. Η ευρωπαϊκή ένωση εκτός από οικονομική ένωση υποτίθεται ότι βασίζεται στην αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών της Ευρώπης. Παρόλα αυτά το οικονομικό έλλειμμα της ΕΕ είναι κατά πολύ μικρότερο από το έλλειμμα κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών.

Η οικονομική κρίση αποκάλυψε τι γίνεται στην περίπτωση, όπου μία αδύναμη οικονομία της ΕΕ παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα. Ενώ οι εμπνευστές της ΕΕ υποστήριζαν ότι η ένωση θα ενισχύσει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ευημερία των λαών, αυτό που παρατηρείται είναι ότι οι οικονομικά ισχυροί προστατεύουν τα συμφέροντα τους σε βάρος των οικονομικά αδυνάτων.

Η κρίση στην Ελλάδα ξέσπασε όταν το περασμένο φθινόπωρο η νεοεκλεγείσα σοσιαλιστική κυβέρνηση αποκάλυψε ότι τα ταμεία του κράτους ήταν άδεια. Η Ελληνική κυβέρνηση, αποκρύπτοντας τα οικονομικά μεγέθη το 2001, κατάφερε να κάνει την Ελλάδα μέλος της Ευρωζώνης. Οι ευρωπαϊκές συνθήκες όριζαν ως όρια για την ένταξη στην ευρωζώνη 3% έλλειμμα στον προϋπολογισμό και 60% του ΑΕΠ δημόσιο χρέος. Τα όρια αυτά παραβιάζονται ανοικτά από τις ισχυρές οικονομίες της ΕΕ όπως η Γαλλία χωρίς να δημιουργούνται σκάνδαλα. Αντίθετα μετά την αποκάλυψη ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Ελλάδας έφτανε στο 12.7% το 2009 και το εξωτερικό χρέος στο 125% του ΑΕΠ, τεράστιο σκάνδαλο ξέσπασε σε ολόκληρη την ΕΕ.

Φυσικά, οι Ευρωπαίοι ηγέτες συναντήθηκαν για να δηλώσουν της αλληλεγγύη τους στην Ελλάδα. Οι αποφάσεις που πάρθηκαν, οι οποίες αρχικά είχαν μόνο την μορφή ανακοινώσεων, σκόπευαν αποκλειστικά στην ηρεμία των αγορών. Και αυτό διότι η ανταπόκριση των αγορών στην οικονομική κρίση στην Ελλάδα ήταν άκρως κερδοφορική. Η οικονομική κατάσταση του ελληνικού λαού, που για μια ακόμη φορά θα έπρεπε να υποστεί πολιτικές λιτότητας, δεν ενδιέφερε ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους ηγέτες.

Οι αγορές για μία ακόμα φορά έδρασαν, όπως άλλωστε αναμενόταν, σύμφωνα με το συμφέρον τους. Προσπάθησαν δηλαδή να κερδίσουν από την άσχημη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας. Για παράδειγμα όταν η Ελλάδα προσπάθησε να αγοράσει καινούργια ομόλογα στην αρχή του χρόνου, οι αγορές απαίτησαν το επιτόκιο το ομολόγων να διπλασιαστεί με τη δικαιολογία ότι το ρίσκο η Ελλάδα να μην καταφέρει να ξεπληρώσει το χρέος είναι μεγάλο. Ουσιαστικά δηλαδή έκαναν ακόμα δυσκολότερο για την Ελλάδα να ξεπληρώσει το χρέος της αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού. Αυτή είναι η λογική της “ελεύθερης αγοράς”.

Αυτό που εννοούσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες όταν δήλωναν την αλληλεγγύη τους στη Ελλάδα δεν ήταν το ότι θα ενισχύσουν την ελληνική οικονομία, όπως έκαναν με τις τράπεζες τους ένα χρόνο πριν. Εννοούσαν ότι θα επιχειρήσουν να διασφαλίσουν τα λεφτά των τραπεζών εφαρμόζοντας ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα την διεύρυνση της φτώχειας στην Ελλάδα.

Η μορφή των μέτρων λιτότητας είναι πλέον γνωστή. Οι πολιτικές που χρησιμοποιεί το ΔΝΤ είναι συγκεκριμένες και έχουν επαναληφθεί σε όλες τις χώρες, οι οποίες προσέφυγαν στο μηχανισμό του. Τα μέτρα περιλαμβάνουν περικοπές δημοσίων δαπανών (στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό σημαίνει απολύσεις υπαλλήλων), περικοπές στους μισθούς ιδιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων, αύξηση του συνταξιοδοτικού ορίου ηλικίας, ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, αύξηση των φόρων κλπ. Αποτέλεσμα τέτοιων μέτρων είναι πάντα η άνοδος της ανεργίας και της μετανάστευσης. Στη περίπτωση της Ελλάδας είναι πολύ πιθανό η ανεργία να αυξηθεί από το 9.6% που είναι σήμερα στο 16%. Και όλα αυτά έχουν ως στόχο να μειώσουν το έλλειμμα στο 8.7% πάντα προς ευχαρίστηση της “ελεύθερης αγοράς”.

Εκτός από την ελεύθερη αγορά, από την κατάληξη αυτή επωφελούνται και οι ισχυρές οικονομίες της ΕΕ που επιθυμούν διακαώς να διασφαλίσουν την αξία του ευρώ. Σε αντίθετη περίπτωση οι οικονομίες με μεγάλο ποσοστό εξαγωγών (Γερμανία, Αγγλία, Ολλανδία) θα έχαναν αρκετά από τα κέρδη τους. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές (τράπεζες) φυσικά θα πάρουν το μερίδιο τους από την αύξηση των επιτοκίων με τα οποία δανείζεται πλέον η Ελλάδα.

Τι γίνεται όμως με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αλληλεγγύη των λαών, όρων που ευθαρσώς χρησιμοποιεί το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο? Σε αυτό το κοινοβούλιο, όπου ο κάθε βουλευτής έχει την δυνατότητα να μιλήσει για 1 ,2 ή 3 λεπτά, όταν οι αποφάσεις αφορούν σημαντικά θέματα όπως η οικονομική κρίση, παίρνονται από μία γραφειοκρατική μειοψηφία.

Έτσι, ο πρόεδρος της επιτροπής οικονομικών κρίσεων του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, Wolf Klinz, έστειλε τους ελεγκτές του στην Ελλάδα για να επιβλέψουν αν τα οικονομικά μέτρα λιτότητας θα εφαρμοστούν. Φυσικά, τα επιτόκια δανεισμού θα παραμείνουν αυξημένα και το ρίσκο που υποτίθεται ότι έπαιρναν οι τράπεζαν (δανείζοντας χρήματα στην Ελλάδα) δεν θα είναι πια ρίσκο. Σε οποιαδήποτε περίπτωση οι τράπεζες θα πληρωθούν. Τα λεφτά θα τα δώσει ο ελληνικός λαός παρόλο που το μερίδιο ευθύνης του στην κρίση είναι ελάχιστο.

Φυσικά, παρόμοια αυστηρότητα στην επίβλεψη του μηχανισμού ένταξης της Ελλάδος στη ευρωζώνη δεν υπήρχε. Και αυτό διότι οι “αγορές” έβαλαν προσεκτικά το χεράκι τους. Το 2001 οι σύμβουλοι της Goldman Sachs βοήθησαν την ελληνική κυβέρνηση να μαγειρέψει (νόμιμα) τα στοιχεία της οικονομίας της χρησιμοποιώντας μεθόδους αμφισβητήσιμης ηθικής (γι' αυτό το λόγο πολλοί αναλυτές μιλούν για συστημική κρίση. Το σύστημα δηλαδή επιτρέπει το “μαγείρεμα” με νόμιμες διαδικασίες). Με αυτό τον τρόπο οι αγορές (Goldman Sachs) σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση (και άλλες κυβερνήσεις) δημιούργησαν μια ψευδαίσθηση επιτυχίας, η οποία επέτρεψε στην Ελλάδα να γίνει μέλος μιας οικονομικά ισχυρής συμμαχίας. Η ψευδαίσθηση αυτή οδήγησε στη συνέχεια σε ανεύθυνες πολιτικές από μέρους της ελληνικής κυβέρνησης και σε τεράστια κέρδη (επιτρέποντας τα λεγόμενα ρίσκα, τα οποία αποκαλύπτονται πλέον πως καμία σχέση δεν έχουν με ρίσκα) από πλευράς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Η χρήση του ευρώ επέτρεψε από τη μία, σε μία οικονομικά ισχυρή κοσμοπολίτικη μειονότητα (το διεθνές κεφάλαιο) να εισάγει προϊόντα στην Ελλάδα (κυρίως γερμανικά) και από την άλλη, οδήγησε σε μείωση των εξαγωγών των ελληνικών προϊόντων που προερχόταν κυρίως από μικρού βεληνεκούς επιχειρήσεις, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις οδηγήθηκαν στη χρεοκοπία.

Ο παραδοσιακός τρόπος αποφυγής της σημερινής κρίσης στην Ελλάδα θα ήταν να έξοδος από την ευρωζώνη και η υποτίμηση του νομίσματος, ο οποίος θα οδηγούσε σε ενίσχυση των εξαγωγών και μείωση των εισαγωγών. Με αυτό το τρόπο, το βάρος της ύφεσης δε θα πληρωνόταν αποκλειστικά από την εργατική τάξη. Αλλά η ευρωπαϊκή “αλληλεγγύη” δηλώνει παρούσα με σκοπό να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη.

Τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτό που πραγματικά χρειάζεται. Στην πραγματικότητα αυτή τη στιγμή θα έπρεπε να εφαρμοστούν Κευσιανού τύπου οικονομικές πολιτικές, η οποίες περιλαμβάνουν κρατική ενίσχυση με σκοπό την αύξηση της απασχόλησης και την ενίσχυση της εσωτερικής οικονομίας (ακριβώς όπως έγινε πριν δύο χρόνια με τις τράπεζες). Για μία χώρα σαν την Ελλάδα, η οποία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί επιτυχώς μέσα στην ΕΕ, οι εξαγωγές εκτός ΕΕ περιορίζονται λόγω της χρήσης του ευρώ. Έτσι, μη μπορώντας να υποτιμήσει το νόμισμά της, η Ελλάδα θα πάψει να είναι ανταγωνιστική στις εξαγωγές, με αποτέλεσμα η μόνη επιλογή εξόδου από την ύφεση να είναι η φτώχεια.

Στο χώρο της Γερμανικής εργατικής τάξης υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια εξαιτίας της πολίτικης της Γερμανικής κυβέρνησης να περιορίσει τους μισθούς και τις δημόσιες δαπάνες με σκοπό να ενισχύσει τις εξαγωγές. Σε μία ιδανική “κοινωνική Ευρώπη”, η εργατική τάξη της Γερμανίας θα απαιτούσε να δοθεί βοήθεια στους εργαζόμενους Έλληνες προτείνοντας αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, που θα αποσκοπούσε σε περιορισμό των κερδών των τραπεζών. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική.

Η ελληνική κρίση αποκάλυψε την παντελή έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των λαών της ΕΕ. Η “αλληλεγγύη” η οποία δηλώνεται από τις κυβερνήσεις είναι πλασματική. Οι κυβερνήσεις, παγιδευμένες στα μικροκομματικά τους συμφέροντα, επιδιώκουν αποκλειστικά την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων τους. Σε όλες τις περιπτώσεις τα συμφέροντα αυτά είναι σε πλήρη συμφωνία με τα συμφέροντα μιας παγκοσμιοποιημένης μειοψηφίας (διεθνές κεφάλαιο). Η ΕΕ ενώ από τη μία προωθεί μία ιδανική εικόνα διεθνισμού (ισότητα, αλληλεγγύη μεταξύ των λαών, σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα κλπ) από την άλλη ουσιαστικά ενισχύει ιμπεριαλιστικές τάσεις που σε πολλές περιπτώσεις είναι σε πλήρη συμφωνία με τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Οι πληθυσμοί της ΕΕ τεχνικά μόνο συνδέονται μεταξύ τους. Παρασυρμένοι από τα ΜΜΕ και τα πολιτικά παιχνίδια των κυβερνήσεων τους, στις περισσότερες περιπτώσεις αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο σαν ποδοσφαιρικές ομάδες. Συναντιούνται μόνο σε τουριστικά θέρετρα και τα κλασικά στερεότυπα αντί να αμβλύνονται, αυξάνονται.

Τα ΜΜΕ και οι κυβερνητικές επιλογές έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης στη διατήρηση αυτών των στερεοτύπων. Από τη μία τα ΜΜΕ των χωρών της βόρειας Ευρώπης παρουσιάζουν την Ελλάδα σαν τριτοκοσμική χώρα (σε βαθμό που υποστηρίζεται πως δεν αξίζει ούτε καν να βοηθήσουν στην επίλυση της κρίσης) και οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών επικεντρώνονται σε μικροπολιτικά παιχνίδια για να εξασφαλίσουν ψήφους (Μέρκελ). Από την άλλη τα ΜΜΕ της Ελλάδας προβάλουν το εφιαλτικό στερεότυπο των Γερμανών ναζί και οι πολιτικοί το ενισχύουν σε κάθε ευκαιρία με δηλώσεις περί πολεμικών αποζημιώσεων.

Ευθαρσώς οι λαοί των πιο αδύναμων οικονομιών της ΕΕ παρουσιάζονται από οικονομικούς κύκλους ως γουρούνια (PIGS) και η ΕΕ αντί να συμπεριφέρεται ως πολυπολιτισμική κοινότητα που προωθεί την αλληλεγγύη, συμπεριφέρεται σαν φάρμα ζώων όπου κάποια ζώα είναι περισσότερο ίσα από άλλα.

Diana Johnstone
www.counterpunch.org, March, 2010
Απόδοση: Πράπας Δημήτρης Μάιος 2010
Διαβάστε το στα αγγλικά